Διάκριση των εξουσιών
- Acèh
- Afrikaans
- Aragonés
- العربية
- مصرى
- Asturianu
- Azərbaycanca
- Беларуская
- Беларуская (тарашкевіца)
- Български
- Català
- Čeština
- Dansk
- Deutsch
- English
- Esperanto
- Español
- Eesti
- Euskara
- فارسی
- Suomi
- Føroyskt
- Français
- Gaeilge
- Galego
- עברית
- हिन्दी
- Hrvatski
- Magyar
- Հայերեն
- Bahasa Indonesia
- Íslenska
- Italiano
- 日本語
- Jawa
- ქართული
- Қазақша
- 한국어
- Кыргызча
- Latina
- Lombard
- ລາວ
- Lietuvių
- Latviešu
- Malagasy
- Македонски
- മലയാളം
- मराठी
- Bahasa Melayu
- Plattdüütsch
- नेपाली
- Nederlands
- Norsk nynorsk
- Norsk bokmål
- Occitan
- Papiamentu
- Polski
- پښتو
- Português
- Runa Simi
- Rumantsch
- Română
- Русский
- Scots
- Srpskohrvatski / српскохрватски
- සිංහල
- Simple English
- Slovenčina
- Slovenščina
- Српски / srpski
- Svenska
- Kiswahili
- தமிழ்
- ไทย
- Tagalog
- Türkçe
- Українська
- Vèneto
- Tiếng Việt
- Winaray
- 吴语
- ייִדיש
- 中文
- 閩南語 / Bân-lâm-gú
- 粵語
Η διάκριση των εξουσιών είναι θεμελιώδης αρχή του κράτους δικαίου, όπως και της δημοκρατίας. Ο όρος αποδίδεται στον Γάλλο φιλόσοφο τον Μοντεσκιέ. Συνδέεται ιστορικά και με την πολιτική σκέψη του Τζων Λοκ. Ο Αριστοτέλης και ο Όμηρος έχουν αναφερθεί στο θέμα αυτό. Ο Αριστοτέλης στο έργο του Πολιτικά, ο Όμηρος στην Ιλιάδα.
Ο Αριστοτέλης κάνει αναφορά σε τρία στοιχεία κάθε πολιτεύματος, τα οποία αν λειτουργούν σωστά, τότε και το πολίτευμα λειτουργεί σωστά.[1] "Κάθε πολίτευμα διαθέτει τρία στοιχεία των οποίων τη σκοπιμότητα για τα καθένα οφείλει να εξετάζει ο σπουδαίος νομοθέτης. Αν αυτά λειτουργούν σωστά, και το πολίτευμα οπωσδήποτε λειτουργεί σωστά. Στο βαθμό, πάλι, που παρατηρούνται διαφορές στο καθένα από αυτά, διαφέρουν και τα πολιτεύματα μεταξύ τους. Από τα τρία αυτά στοιχεία το πρώτο διαβουλεύεται για τα κοινά, το δεύτερο αφορά τις αρχές (ποιες πρέπει να είναι, ποιες αρμοδιότητες να έχουν και με ποιον τρόπο να γίνεται η εκλογή τους), και το τρίτο να απονέμει δικαιοσύνη".[2]
Υπάρχει συγγένεια όρων με τη διαίρεση των εξουσιών που εισηγείται στο Πνεύμα των Νόμων ο Μοντεσκιέ κατά το Γαλλικό Διαφωτισμό, αλλά όχι ταυτότητα.[3] Το άρθρο 16 της γαλλικής «Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη» του 1789, όριζε ότι « Κάθε κοινωνία η οποία δεν έχει εξασφαλίσει τα δικαιώματα των πολιτών της και δεν έχει καθορίσει με ακρίβεια τη διάκριση των εξουσιών, δεν μπορεί να θεωρηθεί οργανωμένη γιατί δεν έχει διόλου Σύνταγμα».
Διάκριση εξουσιών στην Ελλάδα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα ]Το Σύνταγμα της Τροιζήνος, της Γ ́ Εθνικής Συνελεύσεως, όριζε στα άρθρα 37, 38 και 39: «η νομοθετική κατασκευάζει του νόμους ∙ η νομοτελεστική επικυρόνει αυτούς και τους εκτελεί ∙ και η δικαστική τους προσαρμόζει».[4] Το Σύνταγμα της Ε’ Εθνικής Συνελεύσεως, ακριβέστερον των προηγουμένων όριζε στα άρθρα 55, 56, 57: «η νομοθετική εξουσία θέτει τους νόμους ∙ η νομοθετική τους επικυρόνει, τους δημοσιεύει και τους εκτελεί ∙ η δικαστική τους εφαρμόζει ιδίως εις εκάστου τας πράξεις και τα δικαία».
Το ελληνικό Σύνταγμα διακηρύσσει την αρχή διάκρισης των εξουσιών στη διάταξη του άρθρου 26, ως μία από τις οργανωτικές βάσεις του κράτους και τις θεμελιώδεις συνταγματικές αρχές. Σύμφωνα με το Άρθρο 26 (Διάκριση των εξουσιών) του Συντάγματος της Ελλάδας :
1. H νομοθετική λειτουργία ασκείται από τη Bουλή και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
2. H εκτελεστική λειτουργία ασκείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την Kυβέρνηση.
3. H δικαστική λειτουργία ασκείται από τα δικαστήρια· οι αποφάσεις τους εκτελούνται στο όνομα του Eλληνικού Λαού.[5]
Νομοθετική εξουσία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα ]Η νομοθετική εξουσία έχει την αρμοδιότητα ψήφισης των νόμων του Κράτους.
Εκτελεστική εξουσία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα ]Η εκτελεστική εξουσία έχει την ευθύνη να ασκεί τη διακυβέρνηση του κράτους και να εκτελεί τους νόμους.
Δικαστική εξουσία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα ]Η δικαστική εξουσία έχει την ευθύνη να ερμηνεύει τους νόμους και να θέτει όρια στην αυθαίρετη άσκηση της εκτελεστικής λειτουργίας.
Κράτος δικαίου και διασφάλιση ομαλής λειτουργίας του πολιτεύματος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα ]H αρχή της διάκρισης των εξουσιών διασφαλίζει δηλαδή ότι έκαστη από τις τρεις εξουσίες ασκεί τις δικές της αρμοδιότητες και δεν επεμβαίνει στις εξουσίες που πρέπει να ασκούνται από άλλη εξουσία. Η αρχή της διάκρισης των εξουσιών αποκλείει την ανάληψη και άσκηση εξουσίας έξω από τη σφαίρα αρμοδιοτήτων της κάθε μιας από τις τρεις εξουσίες. Ο διαχωρισμός είναι επομένως, χρήσιμος για την ορθή κατανομή των αρμοδιοτήτων αλλά και για να μπορεί να ασκηθεί ο κατάλληλος έλεγχος μεταξύ των εξουσιών. [6]
Το Σύνταγμα κατανέμοντας την άσκησή των τριών βασικών λειτουργιών σε τρεις κατά βάση διακριτές και ανεξάρτητες εξουσίες δεν προκαθορίζει ούτε περιορίζει τον αριθμό των κρατικών λειτουργιών ούτε ορίζει το είδος των σχέσεων μεταξύ τους ούτε τον τρόπο συνεργασίας τους, συνέργειας ή αμοιβαίου ελέγχου και αντιστάθμισής τους. Η συνταγματική αρχή της διάκρισης των εξουσιών είναι, ως οργανωτική αρχή του κράτους, ανοικτή σε κάθε είδους συνεργασία ή αλληλεπίδραση ή και έλεγχο των εξουσιών, που πραγματοποιείται με νομοθετικά μέσα, όταν δεν ανατρέπεται ούτε θίγεται με τον τρόπο αυτό η αρχική, οργανική, τριχοτόμησή τους και η συνεπαγόμενη διάκριση και διαφοροποίηση των αντίστοιχων τριών, βασικών, κρατικών λειτουργιών. Δεν αποκλείει τη δυνατότητα εγκαθίδρυσης και δημιουργίας νέων, πρόσθετων, ανεξάρτητων αρχών ή κέντρων εξουσίας, ούτε τη δυνατότητα εγκατάστασης μεταξύ των συνταγματικών εξουσιών πρωτότυπων σχέσεων είτε αμοιβαίας «συνεργασίας» είτε αμοιβαίου «ελέγχου» και «ανάσχεσης». Δεν αποκλείει, ακόμη, νέες κρατικές λειτουργίες και εξουσίες που δεν αναιρούν το βασικό νόημα της τριχοτόμησής της. Το κανονιστικό περιεχόμενο της αρχής και ιδίως αυτό που δεν είναι αναθεωρήσιμο, εντοπίζεται σε έναν πυρήνα, που αποκλείει κυρίως την μη προβλεπόμενη ή μη ανεχόμενη από το Σύνταγμα επέμβαση της μιας εξουσίας στην λειτουργία και στις αποφάσεις της άλλης με αποτέλεσμα την ακύρωση ή αναίρεση των πράξεών της. Επιπροσθέτως, η απαγόρευση επέμβασης αφορά πρωτίστως τις σχέσεις νομοθετικής και δικαστικής εξουσίας.[7]
Αποτελεί μία από τις πρώτες αρχές που εμφανίστηκαν κατά το κίνημα του συνταγματισμού και είναι ιστορικά συνδεδεμένη με τη σταδιακή μετάβαση από την απόλυτη μοναρχία στο συνταγματικό κράτος.[8]
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα ]Διάκριση των εξουσιών
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα ]- ↑ "ἔστι δὲ τῶν τριῶν τούτων ἓν μὲν τί τὸ βουλευόμενον περὶ τῶν κοινῶν, δεύτερον δὲ τὸ περὶ τὰς ἀρχάς, τοῦτο δ ̓ ἐστὶ τίνας δεῖ καὶ τίνων εἶναι κυρίας, καὶ ποίαν τινὰ δεῖ γίνεσθαι τὴν αἵρεσιν αὐτῶν, τρίτον δέ τί τὸ δικάζον".
- ↑ Αριστοτέλης Πολιτικά ΙΙΙ,ΙV, Εκδόσεις Ζήτρος, Μετάφραση-Σχόλια Πηνελόπη Τζιώκα-Ευαγγέλου
- ↑ «Πρόκειται για τρεις παράγοντες ή τρεις εξουσίες ή τρεις λειτουργίες, καθοριστικές για τη λειτουργία των πολιτευμάτων. Υπάρχει συγγένεια όρων με τη διαίρεση των εξουσιών που εισηγείται στο Πνεύμα των Νόμων ο Montesqieu κατά το γαλλικό διαφωτισμό, αλλά όχι ταυτότητα». Αριστοτέλης Πολιτικά ΙΙΙ,ΙV, Εκδόσεις Ζήτρος, Μετάφραση-Σχόλια Πηνελόπη Τζιώκα-Ευαγγέλου, Σχόλιο 157 στο βιβλίο IV
- ↑ «Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος (Τροιζήνα, 1827)» (PDF). Hellenic Parliament.
- ↑ «Το Πολίτευμα - Σύνταγμα - MEPOΣ TPITO - Oργάνωση και λειτουργίες της Πολιτείας > TMHMA A ́ - Σύνταξη της Πολιτείας - 'Αρθρο 26». Hellenic Parliament.
- ↑ Αιμιλιανίδης, Αχιλλέας Κ. (10 Απριλίου 2019). «Αρχή Διάκρισης των Εξουσιών: Τι είναι και τι διασφαλίζει;». Syntagma Watch.
- ↑ Μανιτάκης, Αντώνης. «Η διάκριση των εξουσιών ως οργανωτική βάση του κράτους ή ως πολιτική αρχή». www.constitutionalism.gr. Όμιλος «Αριστόβουλος Μάνεσης».
- ↑ Μανογιαννάκη, Χρυσούλα (Ιούνιος 2010). «Η αρχή διάκρισης των εξουσιών στην ελληνική νομολογία,ως κριτήριο της συνταγματικότητας της νομοθετικής παρέμβασης στη δικαστική εξουσία,με εστίαση στο δεδικασμένο» (PDF). Institutional Repository of Scientific Publications (IKEE). Aristotle University of Thessaloniki.